Τρίτη 2 Νοεμβρίου 2010

ΚΡΙΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ "ΑΛΗΘΕΙΑ"

Γιώργου Νικολόπουλου: Οι τρεις Πριγκίπισσες

Έξυπνο παραμύθι. Και ευθύβολο. Μολονότι είναι γραμμένο για μικρούς, διαβάζεται άνετα και από μεγάλους. Αυτό, άλλωστε, είναι το κλειδί της επιτυχίας στο χώρο της παιδικής λογοτεχνίας.

Η κατάργηση του χρόνου, με την έννοια ότι η ηλικία παύει να αποτελεί κριτήριο για την απόλαυση, ή τη μη απόλαυση, ενός αναγνώσματος. Ο Γιώργος Νικολόπουλος, με τις Τρεις Πριγκίπισσες, γίνεται, εθελουσίως, ένα έντομο που ζουζουνίζει στα αυτιά μας και μας προκαλεί στο κοινό ταξίδι. Ταξίδι που, όπως μας ενημερώνει εξ αρχής, θα χαρακτηρίζεται από σκαμπανεβάσματα και ζάλες - όπως μια τσουλήθρα στο λούναπαρκ.

[..] Η βασίλισσα κατάφερε να καθυστερήσει το μοιραίο για ένα χρόνο ακόμα, αλλά στο τέλος αναγκάστηκε να υποχωρήσει στη λαϊκή θέληση και να παντρευτεί. Αφού δεν μπορούσε να διαλέξει σύζυγο, την απόφαση την πήρε το Συμβούλιο του Θρόνου. Και έτσι, θυγατέρες, βασιλιάς της Ταραγωνίας δεν έγινε άλλος παρά ο δημαγωγός, ο Λούτρινος (σελίδα 15).

Οπόταν, κυρίες και κύριοι, μαύρο φίδι που μας έφαγε. Ο Λούτρινος θα συμμαχήσει με τον μάγο Ταμπουρίνο, και από κοινού θα επιδιώξουν να κάνουν το βασίλειο ολόδικό τους. Και όταν η φιλοδοξία δαγκώσει, σαν μέδουσα, τους ανθρώπους, κάθε εμπόδιο οφείλει να εξαφανιστεί. Η λαγνεία της εξουσίας ξεφλουδίζει τις ψυχές, τις μεταμορφώνει σε λάσπες και εκεί, στη σκοτεινή τους πυκνότητα, το καλό κινδυνεύει να πνιγεί, να ηττηθεί, να σβήσει σαν το κερί που το φυσάει ο άνεμος. Δεν είναι μόνο οι διαρκείς ανατροπές, ούτε η λεπτή, σαν άμμος, αγωνία, ούτε μια αδιόρατη σάτιρα που καθιστούν συναρπαστική την ανάγνωση του παραμυθιού. Είναι και η αντιπολεμική του βάση.

Το σαφές μήνυμα ότι οι εχθροί αποτελούν, συχνά, δημιουργήματα που βολεύουν, και εξυπηρετούν, αρρωστημένα μυαλά. Γιατί, λοιπόν, να πολεμήσω με κάποιον που ζει στο πλάι μου ειρηνικά; Αλλά και γιατί να πολεμήσω με τον ίδιό μου τον αδελφό, όταν μόλις κατακαθίσει ο κουρνιαχτός, η νίκη θα έχει ντυθεί στα μαύρα; Επιπροσθέτως, ο Γιώργος Νικολόπουλος, παίζει χαριτωμένα με τα ονόματα των ηρώων και των ηρωίδων του, φτιάχνει σκαμπρόζικους διαλόγους και δεν αφήνει στιγμή τον υδράργυρο της περιέργειας να πέσει χαμηλότερα από τις επιτρεπόμενες τιμές.

[..] Πριγκίπισσα Έλενα! Μικρή πριγκίπισσα Έλενα! Τα σκονισμένα μάρμαρα του παλατιού αντιλαλούσαν από τις φωνές του Καθηγητή Ρουβίκωνα, του Πριγκιπικού Παιδαγωγού, μαζί με τον ήχο από τις παντόφλες που πάφλαζαν στο πάτωμα καθώς έτρεχε, αγκομαχώντας και βαριανασαίνοντας, με όλη τη σβελτάδα που του χάριζαν τα εκατόν τριάντα κιλά και η τεράστια κοιλιά του. Μικρή Πριγκίπισσα Έλενα! Μην κρύβεσαι, πρέπει να σου μιλήσω (σελίδα 19).

Γιατί, όμως, πρέπει να πάψει να κρύβεται η Πριγκίπισσα Έλενα; Επειδή της έλαχε ο κλήρος για μια μεγάλη, πολύ μεγάλη, αποστολή. Και το όνομα αυτής, Κορακοσπηλιά. Εκεί θα βρει τη λύση του γρίφου και, ταυτόχρονα, το όπλο με το οποίο θα αντιμετωπίσει το άσπλαχνο δίδυμο Λούτρινος-Ταμπουρίνος. Το παλάτι κατηλειμμένο, η βασίλισσα στο μπουντρούμι, οι άλλες δύο αδελφές σκορπισμένες, σαν τέφρες, στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Τι μπορεί, άραγε, να κάνει η Έλενα απέναντι στη χιονοστιβάδα των ατυχιών; Πολλά μπορείς να κάνεις, τη διαβεβαιώνει ο Ρουβίκωνας, με την προϋπόθεση ότι θα ορθώσεις το ανάστημά σου και θα επιστρατεύσεις τις γνώσεις της.

Αλλιώς, Έλενα, χαιρέτα μας τον πλάτανο.

[..] Ξαφνικά, η εικόνα του βουνού χάθηκε από τα μάτια της Έλενας. Τώρα ήταν σαν να κοιτάει μέσα από το βάθος μιας σκοτεινής σπηλιάς. Έβλεπε τη Μιράντα, σε μεγαλύτερο μέγεθος τώρα, να πλησιάζει προς το μέρος της. Τη Μιράντα, πέντε χρόνια μεγαλύτερη. [εκάξι χρονών κοπέλα. Τρόμαξε να τη γνωρίσει. Φορούσε ένα γαλάζιο φόρεμα, τριμμένο και σκισμένο σε πολλά σημεία, και τα κόκκινα μαλλιά της ήταν κομμένα πολύ κοντά, σχεδόν αγορίστικά. Προσπάθησε να τη φωνάξει, αλλά είχε χάσει τη μιλιά της. Το κλειδί, άκουσε τη Μιράντα να μουρμουράει. Πρέπει να βρω το κλειδί.

Δεν είναι το όμορφο τέλος που γαλβανίζει αυτό το υπέροχο, και πανοραμικά εικονογραφημένο από τη Σάντρα Ελευθερίου, παραμύθι. Άλλωστε, κάθε παραμύθι που σέβεται τον εαυτό του τελειώνει όμορφα. Είναι η διαπεραστική ανάπτυξη του θέματος, ο αιχμηρός διάλογος και, εν κατακλείδι, η παρότρυνση, κρυμμένη δεξιοτεχνικά, λες και είναι η γάτα-Μιράντα της ιστορίας, πίσω από τις λέξεις, προς μικρούς και μεγάλους, για ένα κόσμο που να αγαπά και να αγαπιέται.

Αξίζει να σημειωθεί ότι, Οι τρεις Πριγκίπισσες έχουν πάρει το Α’ βραβείο, για το 2008, στο διαγωνισμό που προκηρύσσει ο Κυπριακός Σύνδεσμος Παιδικού-Νεανικού Βιβλίου, και αθλοθετεί το Πολιτιστικό Ίδρυμα Τραπέζης Κύπρου.

Στο σκεπτικό της βράβευσης αναφέρονται τα εξής: το έργο εμπίπτει στην κατηγορία παραμυθιακό μυθιστόρημα. [ιακρίνεται για την πολύ καλή χρήση της γλώσσας, την ενδιαφέρουσα πλοκή και την άριστη σκιαγράφηση των χαρακτήρων. Στα θετικά του έργου μπορεί κανείς να αναφέρει επίσης τα πρωτότυπα ονόματα των

ηρώων, την εξέλιξη και κορύφωση και τα φιλειρηνικά μηνύματα τα οποία διαποτίζουν ολόκληρο το μύθο.

Γράφει ο ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΟΥΝΙΟΣ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου